Στην Ελλάδα η απονομή της Δικαιοσύνης αργεί πολύ και σε κάποιες περιπτώσεις δεν γίνεται να μη σκεφτείς πως οι καθυστερήσεις είναι σκόπιμες προκειμένου κάποιοι ισχυροί να γλυτώσουν μέσω της παραγραφής. Σε άλλες περιπτώσεις καταγγελίες δεν διερευνώνται καθώς εκδίδονται απαλλακτικά βουλεύματα με τα οποία οι υποθέσεις αρχειοθετούνται. Όλα τα προηγούμενα απαντώνται εδώ και πολλά χρόνια. Αν, δε, προσθέσουμε και την «διαπλοκή» Κυβέρνησης και Δικαστών (καθώς αυτοί εξαρτώνται από την Κυβέρνηση) δεν είναι παράξενο που η πίστη των πολιτών στην Θέμιδα έχει διαβρωθεί.
Προκειμένου οι πολίτες να εμπιστεύονται το «σύστημα» πρέπει να νιώθουν ασφαλείς▪ που με τη σειρά του σημαίνει πως πρέπει να αισθάνονται πως το έγκλημα τιμωρείται και πως κανείς δεν γλυτώνει από «την τσιμπίδα του Νόμου». Ειδικά, σε σεξουαλικού τύπου εγκλήματα η απαίτηση αυτή φθάνει στην κορύφωση της. Από το σημείο αυτό ξεκινούν τα προβλήματα. Γιατί η «Κοινή Γνώμη» δεν έχει υπομονή. Εκδίδει ετυμηγορία αμέσως και με βάση το αστυνομικό και δικαστικό ρεπορτάζ. Προφανώς και η ετυμηγορία της σε κάποιες υποθέσεις δεν είναι η ίδια. Ένα μέρος της ταυτίζεται με τις κατηγορίες ενώ ένα άλλο τις θεωρεί χαλκευμένες και βλέπει πίσω απ’ αυτές σκοπιμότητες (π.χ. στην υπόθεση της «Κιβωτού του Κόσμου»).
Σε υποθέσεις όπως της 12χρονης στον Κολωνό που ένας εκ των κατηγορουμένων ανήκει σε κόμμα και μάλιστα το κυβερνών η προκατάληψη είναι δεδομένη. Σε τέτοιες υποθέσεις ο/η Εισαγγελέας ως εκπρόσωπος του Κράτους πρέπει να είναι αμείλικτος/η. Οτιδήποτε λιγότερο θεωρείται σκανδαλώδες και υποκρύπτει μια παρασκηνιακή συναλλαγή. Το «τεκμήριο της αθωότητας» πάει περίπατο από τους ίδιους που σε άλλες περιπτώσεις υπερθεματίζουν γι’ αυτό. Στο κάτω-κάτω το ζήτημα είναι πως «η γυναίκα του Καίσαρα πρέπει όχι μόνο να είναι τίμια, αλλά και να φαίνεται».
Στην υπόθεση της 12χρονης στο Κολωνό μεγάλο μέρος της «Κοινής Γνώμης» έχει ήδη προεξοφλήσει την «αθώωση» του βασικού κατηγορουμένου μόνο και μόνο από την πρόταση της Εισαγγελέως. Δεν τους ενδιαφέρει πως δικαστές και ένορκοι δεν δεσμεύονται από την πρόταση της. Στο κάτω-κάτω το ζήτημα δεν αφορά τόσο την απόφαση που ακόμα δεν έχει εκδοθεί όσο την επίθεση στην Κυβέρνηση την οποία εκπροσωπεί η Εισαγγελέας. Έτσι κι αλλιώς η «Κοινή Γνώμη» δεν ενδιαφέρεται ούτε για το αν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ούτε σκοτίζεται με τον Ποινικό Κώδικα. Δεδομένου ότι οι ένορκοι πλειοψηφούν έναντι των δικαστών υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η τελική απόφαση να ταυτίζεται με το «δημόσιο αίσθημα» ακόμη και αν δικονομικά δεν τεκμηριώνεται.
Οι δικαστικές αποφάσεις εκδίδονται στ’ όνομα του Ελληνικού Λαού (μιας και όλες οι Εξουσίες πηγάζουν απ’ αυτόν) και ίσως γι’ αυτό κάποιοι να είναι υπέρ της «άμεσης Δικαιοσύνης» του γνωστού μας λιντσαρίσματος. Είναι κάτι που το τελευταίο διάστημα συμβαίνει συχνά στο Μεξικό μια χώρα την οποία μαστίζει το έγκλημα και οι πολίτες της έχουν χάσει κάθε εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση τους (βλέπε εδώ, & εδώ). Το λιντσάρισμα μπορεί ν’ αφορά και πιο ελαφρά αδικήματα (βλέπε εδώ) πράγμα που σημαίνει πως εκτός από την «άμεση απονομή της Δικαιοσύνης» είναι και ένας τρόπος εκτόνωσης του όχλου με τον ίδιο τρόπο που παλαιότερα ο όχλος παρακολουθούσε τις δημόσιες εκτελέσεις.
Δεδομένης της βιασύνης ν’ αποδοθεί Δικαιοσύνη υπάρχουν και περιπτώσεις που λιντσάρεται λάθος άτομο. Ωστόσο, αυτό ελάχιστα ενοχλεί τον όχλο μιας και μια το λιντσάρισμα υποτίθεται πως λειτουργεί αποτρεπτικά για όποιον σκέφτεται να εγκληματίσει. Σε σχέση με το Μεξικό «ο Νόμος του Λίντς» τα δικά μας λιντσαρίσματα περιορίζονται στην μεταφορά των κατηγορουμένων στα δικαστήρια και στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Εκεί δεν χρειάζεται παρά μόνον ένα σχόλιο ή μια αναπαραγωγή του από ένα «άτομο κύρους» για να εξαπλωθεί σαν φωτιά η δυσπιστία. Δεν χρειάζεται να γνωρίζουν από την δικογραφία παρά μόνον όσες διαρροές βολεύουν▪ ούτε χρειάζεται να γνωρίζουν νομικά. Έτσι κι αλλιώς δεν έχουν χρόνο ν’ ασχοληθούν παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται να γράψουν μια ανάρτηση ή να κάνουν like και να προωθήσουν μια που τους εκφράζει. Γι’ αυτό και τα Μ.Κ.Δ. είναι το καλύτερο πεδίο για κάθε είδους ψηφοθηρία.
Άλλωστε, δεν έχουμε πολύ χρόνο για συζητήσεις με επιχειρήματα ούτε για να διαβάζουμε δικογραφίες (ακόμη και να τις είχαμε διαθέσιμες) γι’ αυτό προτιμάμε να επικοινωνούμε με συνθήματα και likes. Επιπλέον, δεν έχουμε την ευθύνη και την υποχρέωση να πάρουμε τη «σωστή/δίκαιη» απόφαση οπότε και ανέμελα στέλνουμε στην πυρά κάθε κατηγορούμενο. Από την άλλη αισθανόμαστε γνήσια φρίκη με όσα έπαθε το θύμα οπότε από ηθικής σκοπιάς είμαστε εντάξει. Το καλύτερο όλων είναι πως μέσω των Μ.Κ.Δ. μεταβαλλόμαστε σε οιωνεί ενόρκους ή αν θέλετε «ψηφιακούς ενόρκους» και αυτό μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα με τους εαυτούς μας. Όπως και να το κάνουμε αυτό είναι σημαντικό, δε συμφωνείτε;
Τελικά, η απονομή της Δικαιοσύνης είναι τόσο σχετική όσο και η οπτική γωνία καθενός μας. Ωστόσο, σε κάποιες υποθέσεις υπάρχει ένα «ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο» που πρέπει να ικανοποιείται προκειμένου να λειτουργεί ομαλά η Κοινωνία. Γιατί, μπορεί κανείς να μην εξεγείρεται ανοιχτά για μια άδικη δικαστική απόφαση αλλά η δυσαρέσκεια λειτουργεί υπόγεια και σε βάθος χρόνου.
23 Μάρτη 2024
«πουθενάς 1».