Μια από τις πρώτες «συνταγές» ήταν (και συνεχίζει να είναι) η διατροφή. Προφανώς, ιδιαίτερη θέση κατείχε η κρεατοφαγία. Από την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων μέχρι σήμερα φαίνεται να μας έχει κυριεύσει μια απίστευτη και αδικαιολόγητη αφέλεια σχετικά με τα υποτιθέμενα «Αθλητικά Ιδεώδη». Ένα από αυτά είναι το «ευ αγωνίζεσθαι», η εφαρμογή στην πράξη του οποίου «απαγορεύει» την κλοπή κάθε είδους.
Η εξέλιξη της Χημείας έδωσε μια απίστευτη ώθηση στο ντόπινγκ το οποίο πλέον από τις «πρακτικές» συνταγές πέρασε σε μια ανώτερη σφαίρα. Η αναζήτηση τόσο για φυσικές όσο και τεχνητές ουσίες που θα «εκτόξευαν» την απόδοση συνδυάστηκε με την προσπάθεια να δυσκολευτεί ο εντοπισμός τους και άρα η αποκάλυψη της κλεψιάς.
Όπως και σε κάθε άλλο ζήτημα οι Αρχές είναι πάντα τουλάχιστον ένα βήμα πίσω από τους εγκληματίες. Έτσι, αυτό που χθες ήταν νόμιμο, σήμερα είναι απαγορευμένο. Όπως και σε κάθε καθημερινό επάγγελμα οι επαγγελματίες αθλητές δέχονται πίεση να ντοπαριστούν. Πίεση άμεση (π.χ. από τον προπονητή τους) ή έμμεση (από τον ανταγωνισμό ο οποίος μπορεί και να ντοπάρεται). Ειδικά στα ομαδικά αθλήματα όσο πιο υψηλούς στόχους έχει η ομάδα (άρα παίζει περισσότερα και εντονότερου ρυθμού παιχνίδια) τόσο μεγαλύτερη και η πίεση.
Όπως και με κάθε ενοχλητικό σκάνδαλο του οποίου η έκταση είναι πολύ μεγάλη, κανείς από τους καθ’ ύλη υπεύθυνους δεν θέλει να βγει στην δημοσιότητα▪ και όταν αυτό γίνει κάνουν ότι μπορούν για να δείξουν πως θα βγούν όλα στη φόρα και θα τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι. Φυσικά, οτιδήποτε γίνεται ή δεν γίνεται έχει να κάνει με τα συμφέροντα των εμπλεκομένων.
Για παράδειγμα είναι πασίγνωστο πλέον το κρατικό πρόγραμμα ντόπινγκ της Αν. Γερμανίας. Αλλά ενώ είναι πασίγνωστο η ενωμένη πλέον Γερμανία ΔΕΝ το παραδέχεται. Γιατί αν το παραδεχτεί θα πρέπει να αποζημιώσει και να περιθάλψει τους αθλητές που ζουν ακόμη. Βλέπουμε πως το κρατικό συμφέρον υπερτερεί της προπαγάνδας που θα σκεφτόταν κανείς ότι θα μπορούσε εύλογα να κάνει η ενωμένη πλέον Γερμανία. Βέβαια, και η Δυτική Γερμανία έχει τους δικούς της «σκελετούς στη ντουλάπα». Δεν είναι πλέον μυστικό πως η Εθνική Ομάδα Ποδοσφαίρου που πήρε το Π.Κ. του 1954 ήταν ντοπαρισμένη. Θα μπορούσαμε πιθανότατα να τους αναγνωρίσουμε ένα μεγάλο ελαφρυντικό όπως το ότι αγωνίζονταν για να ξανακερδίσουν κάποιο διεθνή σεβασμό και ν’ αναστηλώσουν το ηθικό των συμπατριωτών τους. Είχαν ανάγκη μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους να δημιουργήσουν μια νέα «εθνική ταυτότητα» με την οποία να πορευτούν στη συνέχεια.
Αν, ωστόσο, το «εθνικό συμφέρον» στις περιπτώσεις των δύο Γερμανιών μπορεί να λειτουργήσει ως ελαφρυντικό τι θα μπορούσε να πει κανείς για το ντόπινγκ στο Ιταλικό Ποδόσφαιρο; Οι θάνατοι των Βιάλι και Μιχαήλοβιτς 53 και 58 ετών αντίστοιχα από λευχαιμία και καρκίνο στο πάγκρεας πόσο πιθανό είναι να μην συνδέονται με τις ουσίες που κατά κόρον χρησιμοποιούνταν στο Ιταλικό Ποδόσφαιρο από τη δεκαετία του ’80 και μετά; Αυτά που αναφέρει ο Μπάτζιο τα οποία τα έχει ζήσει και ο ίδιος (βλέπε εδώ) δεν είναι και δεν πρέπει ν’ αντιμετωπιστούν σαν «γραφικότητες» (αν και πολύ θα το ήθελαν αυτό οι «υπεύθυνοι»).
Στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι πολύ απλά:
Κανείς απ’ όσους κάνουν κουμάντο δεν νοιάζεται για την υγεία όσων ντοπάρονται. Στο κάτω-κάτω και οι ίδιοι οι ντοπαρισμένοι γνωρίζουν τον κίνδυνο. Ο άνθρωπος από άποψη ψυχολογίας είναι ατελής. Τις περισσότερες φορές κάνει ότι δεν βλέπει και δεν θέλει να ξέρει για να μη μπλέξει. Όταν κάνει τους υπολογισμούς του προτιμά να λαμβάνει σοβαρά υπόψη τα «σίγουρα» και όχι τα «πιθανά». Έτσι, μια πιθανή μελλοντική σοβαρή παρενέργεια του ντόπινγκ λαμβάνει στους υπολογισμούς που κάνει σήμερα πολύ μικρότερη τιμή από τη σιγουριά των άμεσων κερδών.
Αυτό το οποίο ζητά ο Μπάτζιο από τις Ιταλικές Αρχές (κυρίως τις ποδοσφαιρικές) είναι ν’ ασχοληθούν με την πιθανότητα το ντόπνγκ να ευθύνεται για τους πρόωρους θανάτους δύο (και πόσων ακόμα) συναδέλφων του, οι οποίοι προκειμένου να παίζουν στο ανώτατο επίπεδο έπαιρναν ουσίες. Όμως, για να το κάνουν αυτό οι Ιταλικές Αρχές πρέπει να βγουν όλα στο φως και τότε κανείς απ’ όσους κατά καιρούς τις στελέχωναν δεν θα μπορεί να ισχυριστεί πως δεν ήξερε από τότε τι γινόταν. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που θέλουν οι Αρχές να ξορκίσουν γιατί αν παραδεχτούν έστω πως κάτι υποψιάζονταν και δεν έκαναν κάτι τότε αυτόχρημα καθίστανται αναξιόπιστες και για το σήμερα.
Το ζήτημα δεν είναι πόσο αξιόπιστα είναι όσα λέει ο Μπάτζιο. Ούτε καν αν βγουν όλα στο φως μιας και το οικονομικό κέρδος (άμεσο και έμμεσο) θα είναι πάντα αρκετό για να ντοπαριστεί κάποιος. Το ζήτημα είναι η ποιότητα ζωής για τα επόμενα χρόνια όσων έχουν ντοπαριστεί. Ακόμη περισσότερο το άγχος μέσα στο οποίο θα πρέπει να ζήσουν από δω και πέρα.
24 Γενάρη 2023
«πουθενάδες».