Όπως σε κάθε αντιπαράθεση έτσι και στον «εμπορικό πόλεμο» μεταξύ Η.Π.Α. και Κίνας κάθε πλευρά επικαλείται τ’ αριθμητικά δεδομένα που υποστηρίζουν την προπαγάνδα της. Οι Η.Π.Α. υποστηρίζουν πως η Κίνα τις έχει μεγαλύτερη ανάγκη απ’ ότι την έχουν εκείνες. Από την άλλη η Κίνα υποστηρίζει εντελώς το αντίθετο. Η αντικειμενική απάντηση είναι δύσκολη καθώς όπως θα δούμε παρακάτω οι μεταξύ τους οικονομικές σχέσεις είναι μπερδεμένες.
Αρχικά να επαναλάβουμε πως από την άποψη του Εμπορικού Ισοζυγίου εκτός των αγαθών/προϊόντων πρέπει να συμπεριλαμβάνουμε τις υπηρεσίες αλλά και τα χρηματο-οικονομικά προϊόντα. Για παράδειγμα το Εμπορικό Ισοζύγιο των Η.Π.Α. με την Κίνα είναι μεν ελλειμματικό αν ληφθούν υπόψη μόνο τα αγαθά/προϊόντα, ίσως να παραμένει ελλειμματικό αν συνυπολογιστούν και οι υπηρεσίες αλλά σίγουρα γίνεται πλεονασματικό αν συνυπολογίσουμε και την εξαγωγή Δολλαρίων μέσω της πώλησης Κρατικών Ομολόγων και Ομολόγων βασισμένων στα ενυπόθηκα δάνεια.
Κάποιος που εστιάζει μόνο στις πωλήσεις αγαθών/προϊόντων μεταξύ των δύο χωρών θα καταλήξει στο συμπέρασμα πως οι εισαγωγές των Η.Π.Α. από την Κίνα είναι πολύ περισσότερο σημαντικές από τις εξαγωγές τους σ’ αυτή και γι’ αυτό η αντικατάσταση τους είναι πολύ δυσκολότερη. Για παράδειγμα τα κινητά και οι υπολογιστές (που κατασκευάζονται για λογαριασμό Αμερικανικών εταιρειών) είναι δυσκολότερο ν’ αντικατασταθούν (καθώς θα χρειαστεί πολύς χρόνος) από την εξαγωγή στην Κίνα κρέατος, πετρελαίου και σόγιας τα οποία η Κίνα μπορεί να βρει και από αλλού.
Μέχρι εδώ η «ανάλυση» είναι εύκολη. Από δω και πέρα τα πράγματα μπερδεύονται πολύ και ξεφεύγουν από τον άμεσο (ή και έμμεσο) έλεγχο των Κυβερνήσεων τους. Τι σημαίνει για τις μεταξύ των δύο Κρατών οικονομικές και πολιτικές σχέσεις η από μέρους της Κίνας διακράτηση μεγάλου μέρους του Χρέους των Η.Π.Α.; Πως επηρεάζει τις σχέσεις αυτές η επενδυτική δραστηριότητα των Αμερικανών επιχειρηματιών στην Κίνα; Και εν τέλει τι σημαίνουν όλα αυτά για τη σχέση των δύο νομισμάτων και ειδικότερα για το Δολλάριο ως «Παγκόσμιο Αποθετικό Νόμισμα»;
Ας ξεκινήσουμε από το πρώτο ερώτημα:
- Τι σημαίνει για τις σχέσεις των δύο Κρατών η από μέρους της Κίνας διακράτηση μεγάλου μέρους του Αμερικανικού Χρέους;
Δεδομένου ότι η Οικονομία των Η.Π.Α. είναι η μεγαλύτερη καταναλωτική οικονομία του κόσμου όσοι επιθυμούν να της πουλήσουν πληρώνονται σε Δολλάρια τα οποία μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιήσουν για να πληρώσουν τις εισαγωγές τους. Αυτό συμβαίνει επειδή το Δολλάριο είναι το «Παγκόσμιο Αποθετικό Νόμισμα» μια ιδιότητα που απέκτησε επειδή οι Η.Π.Α. είναι τόσο απομονωμένες γεωγραφικά που έχουν μείνει αλώβητες από τις καταστροφές των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, οπότε και η Οικονομική Δραστηριότητα τους δεν επηρεάστηκε με τον ίδιο τρόπο όπως αυτή της Ευρώπης. Όταν μαζεύονται πολλά Δολλάρια (όπως στην περίπτωση της Κίνας) το πλεόνασμα επενδύεται σε χρηματο-οικονομικά προϊόντα (στην περίπτωση μας των Η.Π.Α.). Η Κίνα εκτός του άνω του 1 δις Δολλαρίων Χρέους που διακρατά έχει στην κατοχή της και κάποια δις Δολλάρια σε Ομόλογα με εξασφάλιση ενυπόθηκα δάνεια.
Αν η πώληση των Κρατικών Ομολόγων μπορεί να μειώσει τόσο την ισοτιμία του Δολλαρίου και την εμπιστοσύνη σ’ αυτό, η πώληση των Ομολόγων με εξασφάλιση ενυπόθηκων δανείων (Mortage Based Securities στ’ Αγγλικά) μπορεί να προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη αναταραχή καθώς η ρευστοποίηση τους θα οδηγήσει σε άνοδο στο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων και συνεπώς της δόσης που θα πληρώνουν (και πληρώνουν) οι Αμερικανοί πολίτες.
Βέβαια, μένει ν’ απαντηθεί τι θα κάνει η Κίνα με τα Δολλάρια που θα εισπράξει. Σίγουρα με κάποια θ’ αγοράσει χρυσό και κάποια άλλα θα τα κρατήσει «καβάντζα» για τη στιγμή που θα χρειαστεί να στηρίξει την ισοτιμία του νομίσματος της (του Γιουάν). Επιπλέον, η υποτίμηση του Γιουάν σε σχέση με το Δολλάριο θα καθιστούσε τις εξαγωγές της φθηνότερες μειώνοντας σε κάποιο βαθμό τις επιπτώσεις των δασμών που επέβαλλε ο Τράμπ. Ωστόσο, αυτή η κίνηση θα είχε σημαντικές εσωτερικές παρενέργειες στις δικές της εισαγωγές επιβαρύνοντας το βιοτικό επίπεδο των πολιτών της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Κίνα για δεκαετίες αρνείται την ελεύθερη διακύμανση της ισοτιμίας του Γιουάν (κάτι για το οποίο συχνά παραπονούνται οι Η.Π.Α.) προκειμένου να μην ανεβούν οι τιμές στην εγχώρια αγορά της (οπότε και θ’ αυξάνονταν οι μισθοί και το «κόστος παραγωγής»).
Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα:
- Πως επηρεάζει τις σχέσεις αυτές η επενδυτική δραστηριότητα των Αμερικανών επιχειρηματιών στην Κίνα;
(το οποίο θα μπορούσε να είναι συνέχεια του πρώτου) πρέπει να λάβει υπόψη της τ’ ακόλουθα:
Αν όμως η Κίνα αγοράζει Αμερικανικό Χρέος αυτό δε σημαίνει πως και οι Αμερικανοί δεν αγοράζουν Κινεζικό Χρέος. Οι Αμερικανοί επιχειρηματίες αγοράζουν είτε Κινεζικά Κρατικά Ομόλογα είτε Εταιρικά Ομόλογα χρηματοδοτώντας με τον τρόπο αυτό την Κινεζική Οικονομική Δραστηριότητα. Τα Ομόλογα αυτά προφανώς και θα πληρωθούν σε Δολλάρια αναγκάζοντας την Κίνα να κρατήσει ως απόθεμα ένα πολύ σημαντικό ποσό για τη χρήση αυτή. Το συνολικό Χρέος της Κίνας: Κρατικό, Εταιρικό και Περιφερειών (στο οποίο περιλαμβάνεται και το «κρυφό» χρέος τους) εκτιμάται για τουλάχιστον 2 φορές το υποτιθέμενο Α.Ε.Π. της (όλοι γνωρίζουν πως τα επίσημα στοιχεία είναι χαλκευμένα, χωρίς όμως να γνωρίζουν το ακριβές ποσοστό). Αυτό πρακτικά σημαίνει πως η Κίνα δεν είναι σε θέση ν’ αποπληρώσει το σύνολο τους Χρέους της στους διεθνείς πιστωτές της χωρίς η Οικονομική Δραστηριότητα της να καταρρεύσει. Συνυπολογίζοντας και τις αντιδράσεις που διεθνώς παρατηρούνται για τις Κινεζικές εμπορικές πρακτικές δεν είναι καθόλου ξεκάθαρη η υποτιθέμενη κυρίαρχη θέση της Κίνας στο Διεθνές Εμπόριο.
Για κανένα λόγο δεν πρέπει να υποβαθμίσουμε τη μέχρι τώρα κύρια δραστηριότητα των Αμερικανών επενδυτών στην Κίνα: τη δημιουργία εργοστασίων για την παραγωγή φθηνών προϊόντων για την Αμερικανική αγορά. Οι εξαγωγές της Κίνας στις Η.Π.Α. αντιστοιχούν στο 20-25% της απασχόλησης. Το οποίο μεταφράζεται πως 1 στις 5 με 1 στις 4 θέσεις εργασίας υπάρχουν εξαιτίας των εξαγωγών αυτών. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την μεγάλη αύξηση της ανεργίας (η οποία ήδη αυξάνεται και ως συνέπεια της υπερπαραγωγής που έχει συσσωρευτεί τα τελευταία χρόνια στην Κίνα. Για παράδειγμα η κρατική πίεση για ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου οδήγησε στην παραγωγή ηλιακών πάνελ που αντιστοιχούν στην παγκόσμια ζήτηση για τα επόμενα 2-3 χρόνια και τα οποία παραμένουν αδιάθετα. Ανάλογη κατάσταση υπάρχει και σε άλλους Κλάδους).
Το τρίτο ερώτημα:
- Τι σημαίνουν όλα αυτά για τη σχέση των δύο νομισμάτων και ειδικότερα για το Δολλάριο ως «Παγκόσμιο Αποθετικό Νόμισμα»;
είναι δυστυχώς ή ευτυχώς από την άποψη της επικαιρότητας το πιο πιασάρικο και σε κάθε περίπτωση συγκεφαλαιώνει τα προηγούμενα δύο. Για την απάντηση του πρέπει να έχουμε υπόψη μας τα παρακάτω:
Το Δολλάριο έχει καταστεί το «Παγκόσμιο Αποθετικό Νόμισμα» επειδή οι Η.Π.Α. έχουν καταφέρει να μην βιώσουν μέχρι τώρα την καταστροφή της παραγωγικής τους υποδομής από έναν πόλεμο όπως η Ευρώπη. Αυτό τις έχει καταστήσει το πλέον ασφαλές καταφύγιο για τις αποταμιεύσεις των υπολοίπων Κρατών. Από τη φύλαξη του χρυσού τους μέχρι την χρήση του Δολαρίου ως «Διεθνούς Νομίσματος» στο Παγκόσμιο Εμπόριο ήταν η πρώτη (και η μόνη ως τώρα) επιλογή. Ωστόσο, αυτό ισχύει μόνο για όσο οι Η.Π.Α. δεν βάζουν εμπόδια στο εμπόριο με τα υπόλοιπα Κράτη. Γιατί, τώρα που το κάνουν με την επιβολή δασμών μειώνεται και η διάθεση των υπολοίπων να διακρατούν και να χρησιμοποιούν το Δολλάριο.
Η «νταηλίδικη» οικονομική πολιτική του Τράμπ ανεξάρτητα από τους λόγους που την επιβάλλουν (τους οποίους θα δούμε στη συνέχεια) απο-νομιμοποιεί την (οικονομική) κυριαρχία των Η.Π.Α. στην διεθνή σκηνή. Έτσι, η αντικατάσταση του Δολλαρίου ως «Παγκοσμίου Νομίσματος» είναι πλέον ευκολότερη αρκεί να συμφωνήσουν σ’ αυτό τα υπόλοιπα Κράτη. Όμως, ποιο νόμισμα θα πάρει τη θέση του;
Η απάντηση είναι κανένα. Γιατί για ν’ αντικαταστήσει ένα άλλο νόμισμα το Δολλάριο θα πρέπει το Κράτος στο οποίο ανήκει να διαθέτει μια καταναλωτική οικονομία αντίστοιχη αυτής των Η.Π.Α. Σίγουρα πολύ μεγάλο μέρος του διεθνούς εμπορίου θα μπορούσε να γίνεται σε Γιουάν με το οποίο οι χώρες που εισάγουν από την Κίνα θα πληρώνουν τις εισαγωγές τους. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια οι Κινεζικές εμπορικές πρακτικές έχουν ξεσηκώσει θύελλα διαμαρτυριών στα συναλλασσόμενα μ’ αυτή Κράτη. Έτσι, η θέση της ως «παγκόσμιου προμηθευτή» για τον υπόλοιπο κόσμο δεν είναι όπως πριν δεδομένη.
Από την άλλη υπάρχουν δύο ακόμη τρόποι να συνεχιστεί το διεθνές εμπόριο χωρίς να υπάρχει ανάγκη για ένα διεθνές νόμισμα. Ο ένας τρόπος είναι να χρησιμοποιείται ο χρυσός, ο οποίος όμως σε καμία περίπτωση δεν είναι «νόμισμα» αλλά «εμπόρευμα» του οποίου η τιμή διακυμαίνεται αναλόγως των προσδοκιών για την Παγκόσμια Οικονομική Δραστηριότητα. Ο δεύτερος τρόπος είναι η επαναφορά από το παρελθόν των «διασαφήσεων-εκκαθαρίσεων» (clearing). Ο τρόπος αυτός χρησιμοποιήθηκε στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές την περίοδο του «Μεσοπολέμου» (δηλαδή μετά τη λήξη του Α’ Π.Π. και μέχρι την έναρξη του Β’ Π.Π.). Προϋποθέτει, αρχικά, τη συμφωνία μεταξύ των Κρατών μιας ισοτιμίας των νομισμάτων τους. Στη συνέχεια συμφωνούν για τον όγκο των συναλλαγών τους (ποσότητα x τιμή) προσπαθώντας λογιστικά να μην υπάρχει υπόλοιπο (να μη χρωστά το ένα Κράτος στο άλλο). Η απλούστερη επιλογή είναι κάθε Κράτος να πληρώσει τους δικούς του εξαγωγείς και έτσι να μη διακινηθούν καθόλου χρήματα. Ωστόσο, τίποτα δεν εμποδίζει τα Κράτη όχι μόνο να μην ισοσκελίζουν τις μεταξύ τους συναλλαγές (οπότε το ένα θα έχει έλλειμμα και το άλλο πλεόνασμα) αλλά και να πληρώνουν στο νόμισμα του άλλου.
Αν, όμως, πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει ένα «Παγκόσμιο Αποθετικό Νόμισμα» αυτό θα μπορούσε να είναι το Ελβετικό Φράγκο μιας και η Ελβετία είναι μεν ένα Ευρωπαϊκό Κράτος αλλά στην πράξη είναι παντελώς ανεξάρτητο. Ωστόσο, όπως και σήμερα σε μικρότερο βαθμό έτσι και στο μέλλον τα Κράτη θα συνεχίσουν να διατηρούν απόθεμα σε συνάλλαγμα σε διάφορα νομίσματα (Ευρώ, Λίρα Αγγλίας, Γιέν κ.λ.π.). Η μόνη διαφορά είναι πως τώρα θα διακρατούν περισσότερα από τα υπόλοιπα και λιγότερα σε Δολλάρια (αφού δεν θα συναλλάσσονται με τις Η.Π.Α. στον ίδιο βαθμό).
Σε επίπεδο εμπορικών συναλλαγών η επιλογή-μονόδρομος για τον υπόλοιπο κόσμο θα είναι η περαιτέρω σύσφιξη των μεταξύ τους εμπορικών δεσμών. Δεν θα πρέπει να μας εκπλήξει αν ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Ν Ζηλανδία, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Ε.Ε., η Ινδία και (ίσως) η Κίνα δημιουργήσουν μια «Ζώνη Ελευθέρου Εμπορίου» όπου θα εμπορεύονται χωρίς δασμούς.
Επιμύθιο: Η ουσία.
Όλα τα παραπάνω μπορείτε να τα διαβάσετε σε πλήθος αναλύσεων. Ωστόσο, όλες τους ανεξαιρέτως θα σταματήσουν στο σημείο αυτό. Κανείς δεν πρόκειται (και δεν θέλει άλλωστε) να φτάσει μέχρι την ουσία του ζητήματος. Η ουσία του ζητήματος είναι ποιος πλουτίζει απ’ όλη αυτή την διαδικασία. Πλουτίζει ένα από τα δύο Κράτη; Προφανώς δεν είναι η Κίνα (γιατί αν πλούτιζε οι πολίτες της θα είχαν υψηλότερο βιοτικό επίπεδο και από βιομηχανικό Κράτος που παράγει για την Διεθνή Αγορά θα είχε μεταβληθεί σ’ ένα Κράτος του οποίοι η Οικονομική Δραστηριότητα θα βασιζόταν στις υπηρεσίες (Τριτογενής Τομέας) και την κατανάλωση όπως οι Η.Π.Α. ενώ το Χρέος της θα ήταν σημαντικά χαμηλότερο) αλλά ούτε και οι Η.Π.Α. (γιατί τότε δεν θα είχαν τόσο υψηλό Χρέος).
Το υψηλό Χρέος των δύο «μονομάχων» μπορεί να εξηγηθεί από τις τεράστιες στρατιωτικές δαπάνες τους, οι οποίες συνολικά είναι αντι-παραγωγικές. Μπορεί οι μισθοί όσων απασχολούνται στον «Αμυντικό Τομέα» και τα Κέρδη των εταιρειών να κάνουν καλό στην Οικονομική Δραστηριότητα (και τα Κρατικά Έσοδα), μπορεί η στρατιωτική αποτρεπτική δύναμη να εξασφαλίζει ηρεμία στην Οικονομική Δραστηριότητα αλλά τελικά η χρήση του στρατιωτικού εξοπλισμού δεν παράγει τίποτα το οικονομικά ωφέλιμο. Σε κάθε περίπτωση τα Κράτη πληρώνουν όλο το κόστος.
Οπότε σε ποιον καταλήγουν όλα αυτά τα λεφτά; Η απάντηση είναι στα πορτοφόλια λίγων συγκεκριμένων οικογενειών κάθε Κράτους. Είναι οι οικογένειες αυτών που παίρνουν φθηνά Δολλάρια τα οποία στη συνέχεια «επενδύουν» σε Κινεζικά Κρατικά και Εταιρικά Ομόλογα. Τα λεφτά που αποκομίζουν σπανίως τα επενδύουν πραγματικά (αυξάνοντας την απασχόληση) στις Η.Π.Α. ενώ όλο και σε μεγαλύτερη έκταση παραμένουν ουσιαστικά αφορολόγητοι. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στην Κίνα όπου τον πλούτο συγκεντρώνουν οι οικογένειες των υψηλόβαθμων στελεχών του Κόμματος.
Κάθε «μεταφορά πλούτου» είναι στη βάση της ανήθικη. Η μείωση της φορολογίας των πλουσίων με την ταυτόχρονη μείωση των Κοινωνικών Παροχών είναι ανήθικη και οικονομικά αδιέξοδη αφού επιμερίζει δυσανάλογα τα οικονομικά οφέλη και βάρη. Ωστόσο, η «μεταφορά πλούτου» από το Κράτος στους πλουσίους είναι ακόμα περισσότερο ανήθικη. Αυτή είναι η ουσία: ένας μικρός αριθμός οικογενειών σε κάθε Κράτος είναι δυσανάλογα πλούσιος (σε σχέση με την προσφορά του στην Οικονομική Δραστηριότητα) και για τον λόγο αυτό διαθέτουν και μεγάλη πολιτική ισχύ.
Για επίλογο μια απαραίτητη διευκρίνηση που δεν θα βρείτε αλλού. Τι εννοούμε όταν λέμε πως ένα Κράτος στις συναλλαγές μ’ ένα άλλο έχει «εμπορικό πλεόνασμα»;
Ας υποθέσουμε πως πρόκειται για μια εταιρεία. Στην περίπτωση αυτή το «εμπορικό πλεόνασμα» αντιστοιχεί στα Κέρδη του «Λογαριασμού Αποτελεσμάτων». Δηλαδή, η αξία των εξαγωγών όπως αποτυπώνεται στα έντυπα του Τελωνείου είναι μεγαλύτερη της αξίας των εισαγωγών με το ίδιο Κράτος. Το γεγονός ότι έχουν πραγματοποιηθεί Κέρδη δεν σημαίνει πως έχει κιόλας εισπραχθεί η αξία των εξαγωγών. Βέβαια, στο απλοποιημένο παράδειγμα μας η εταιρεία-Κράτος είναι αυτή που τελικά εισπράττει την αξία των εξαγωγών-πωλήσεων της.
Στην πράξη, όμως, κάθε Κράτος απλά κρατά τα στατιστικά των εισαγωγών και των εξαγωγών του εισπράττοντας μόνο τους εισαγωγικούς δασμούς και τον Φόρο Εισοδήματος Νομικών Προσώπων (όταν οι εταιρείες έχουν Κέρδη) όπως και τον Φόρο Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων (από τους μισθούς που πληρώνουν οι εταιρείες) και φυσικά όλους τους έμμεσους καταναλωτικούς φόρους. Γενικά μιλώντας όταν ένα Κράτος έχει «εμπορικό πλεόνασμα» οι εταιρείες που εξάγουν εξασφαλίζουν υψηλή απασχόληση και αυξημένους μισθούς οπότε προκύπτει μεγαλύτερο Έσοδο για το Κρατικό Ταμείο. Επιπλέον, το Κράτος διακρατά το συνάλλαγμα (όταν η πληρωμή γίνεται σε άλλο νόμισμα) χρησιμοποιώντας το όπως αυτό νομίζει. Στην περίπτωση που η πληρωμή γίνει στο νόμισμα του Κράτους αυτό σημαίνει αύξηση της ζήτησης γι’ αυτό και ανάλογη αύξηση της αξίας του σε σχέση με τα υπόλοιπα (η οποία, όμως, αύξηση δεν πρέπει να είναι πάνω από ένα όριο για να μην μειωθούν οι εξαγωγές).
Βλέπουμε, λοιπόν, πως σε κάθε περίπτωση πραγματικά κερδισμένοι είναι τα μέλη λίγων οικογενειών οι οποίοι δυστυχώς για όλους εμάς δεν μοιράζονται με το Κράτος (άρα και την Κοινωνία) ούτε ένα μικρό κομμάτι αυτού του πλούτου, ενώ τα Κράτη απομένουν με τον «μουτζούρη» (αυξημένο Χρέος) ψάχνοντας στη μείωση των Κοινωνικών Παροχών και την αύξηση της Φορολογίας τον τρόπο να το τιθασεύσουν.
10 Μάη 2025
«πουθενάς 1».