Το μόνο κριτήριο που πρέπει να πληρεί μια εταιρεία για να χαρακτηριστεί έτσι είναι η εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο.
Επιπρόσθετα κάθε εισηγμένη στο Χρηματιστήριο εταιρεία οφείλει να είναι προσεκτική σχετικά με τις αποφάσεις που λαμβάνει και οι οποίες σχετίζονται με τις επενδύσεις και τις χορηγίες της. Προφανώς δεν θα επιθυμεί να συνδεθεί τ’ όνομα της με νοσηρές καταστάσεις οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν δυσμενώς το κοινό (άρα και όσους μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα επενδύουν στην μετοχή της) που συναλλάσσεται μαζί της. Έτσι αναμένουμε από μια σοβαρή εταιρεία η οποία είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο να επιλέγει με προσοχή τις χορηγίες που δίνει ειδικά όταν αυτές φτάνουν στην ολοκλήρωση τους και τίθεται ζήτημα επανεξέτασης τους.
Υπάρχει τις τελευταίες μέρες μια φημολογία σύμφωνα με την οποία ο Ο.Π.Α.Π. εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να μην ανανεώσει την χορηγία του Πρωταθλήματος της SUPER LEAGUE. Μια τέτοια επιλογή θα οδηγούσε σε χρεοκοπία τις περισσότερες μικρομεσσαίες ομάδες του Πρωταθλήματος. Απέναντι σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο το μόνο επιχείρημα που προβλήθηκε από τις άμεσα θιγόμενες ομάδες ήταν η δήλωση του Προέδρου της Βέροιας Θ. Καρυπίδη με την οποία δήλωνε:
«Δεν γνωρίζω προσωπικά εάν ευσταθεί η συγκεκριμένη φημολογία. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν καταστροφικό κυρίως για τις ασθενέστερες οικονομικά ομάδες και για τις μικρότερες κατηγορίες. Η αλήθεια είναι ότι ΟΠΑΠ και Ελληνικό Ποδόσφαιρο πορεύονται μαζί από γεννησιμιού τους. Πιστεύω ότι με τις κατάλληλες ενέργειες για ένα καλύτερο πρωτάθλημα, δεν θα υπάρξει κανένα πρόβλημα.»
Με λίγα λόγια επικαλούνται την εξάρτηση του Επαγγελματικού Ποδοσφαίρου από τον Ο.Π.Α.Π. προκειμένου να τον πιέσουν(;) για να συνεχίσει την χορηγία. Ο συλλογισμός αυτός εκτός από απλοϊκός έχει και ένα «κρυφό νόημα» το οποίο κατά τη γνώμη μας αποτελεί την ουσία του ζητήματος. Παρ’ ότι υποτίθεται πώς ζούμε σε μια ιδιωτική οικονομία προσπαθούμε να συντηρήσουμε τις σχέσεις εξάρτησης ενός κρατικοδίαιτου παρελθόντος. Θεωρητικά -πάντα- τα χρήματα που μπορεί να βρεί κάποιος από τον ιδιωτικό τομέα είναι περισσότερα απ’ όσα θα μπορούσε να εξασφαλίσει από το κράτος (εκτός αν έχει «μπάρμπα στην Κορώνη»). Βέβαια αυτό ισχύει όταν η χορηγούμενη εταιρεία έχει πολύ καλή φήμη και δραστηριοποιείται σε τομέα ο οποίος είναι εύρωστος έχει καλή φήμη και δεν βαρύνεται με σκάνδαλα. Είναι προφανές ότι ακόμη και αν βρίσκονταν ιδιωτικές εταιρείες του ίδιου αντικειμένου με τον Ο.Π.Α.Π. οι οποίες θα επιθυμούσαν να καλύψουν το κενό που θ’ άφηνε, τα λεφτά που θα μπορούσαν να προσφέρουν θα ήταν αρκετά λιγότερα. Ακόμα όμως και αν είχαν περισσότερα να προσφέρουν δεν θα είχαν κανέναν λόγο να το πράξουν, αφού καθεμιά τους αποσκοπεί στην μεγιστοποίηση του κέρδους της (πληρώνει όσο μπορεί λιγότερα στοχεύοντας έτσι σε μεγαλύτερο κέρδος). Στο κάτω-κάτω οι χορηγίες συνάπτονται με την προοπτική τα λεφτά που θα δοθούν να επιστρέψουν πίσω στον χορηγό, κάτι που στην περίπτωση των χορηγιών των στοιχηματικών εταιρειών σημαίνει ότι αποσκοπούν σε αύξηση του τζίρου τους (μεγαλύτερη από το σύνολο των χορηγιών που καθεμιά τους δίνει).
Δεδομένου ότι η συζήτηση για την ανανέωση της χορηγίας του Ο.Π.Α.Π. ανοίγει πριν από το τέλος του Πρωταθλήματος και στην περίπτωση που δεν τραβήξει σε μάκρος, οι ομάδες της SUPERLEAGUE θα έχουν αρκετό χρόνο μπροστά τους είτε για να προγραμματίσουν την επόμενη χρονιά με βάση τα νέα δεδομένα είτε να επιλέξουν την «ευθανασία», δηλαδή την μη δήλωση συμμετοχής τους στο Πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής. Ακόμα όμως και να επιλέξουν την πρώτη λύση, δηλαδή να προσπαθήσουν να επιβιώσουν στην νέα κατάσταση αυτό δεν σημαίνει ότι θα το πετύχουν. Από το σημείο όμως αυτό και πέρα ξεκινά μια άλλη συζήτηση, η οποία αν και είναι σχετική με το θέμα που διαπραγματευόμαστε εδώ, θα είναι ωστόσο αντικείμενο άλλου προσεχούς άρθρου μας.
Αυτό που έχει σημασία να κρατήσουμε ως συμπέρασμα, είναι πως με τον παρασιτικό τρόπο (σαν αναρριχόμενος κισσός) που είχαν οργανωθεί και συντηρούνταν στο παρελθόν οι Π.Α.Ε. η μη ανανέωση της χορηγίας του Ο.Π.Α.Π. θ’ αποτελέσει το πιο σημαντικό πλήγμα στο «Ελληνικό Επαγγελματικό Ποδόσφαιρο». Ο Ο.Π.Α.Π. -όπως και η NOVA- είναι οι δύο βασικοί χρηματοδοτικοί πυλώνες του ποδοσφαίρου μας. Χωρίς αυτούς (τον έναν ή και τους δύο τους) θ’ απομείνουν μόνον 4-5 ομάδες οι οποίες άλλωστε και προσελκύουν και πληθώρα άλλων μεγάλων χορηγιών π.χ. Ο.Τ.Ε., COSMOTE κ.λπ. Και όπως γίνεται κατανοητό Πρωτάθλημα με 4-5 ομάδες δεν γίνεται. Γιατί ακόμα και στα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα δεν ξεχωρίζουν πάνω από 6 ομάδες τη χρονιά, οι οποίες όμως για να φαίνονται τόσο μεγάλες και πετυχημένες έχουν ανάγκη από την παρουσία 10-14 κομπάρσων. Βέβαια για να θεωρείται το πρωτάθλημα επιτυχημένο κατά περιόδους κάποιοι από τους κομπάρσους αναδεικνύονται σε συν-πρωταγωνιστές έστω και για μια χρονιά, χωρίς όμως η όποια επιτυχία τους να τις ανεβάσει μακροπρόθεσμα επίπεδο. Στο κάτω-κάτω η μακροπρόθεσμη επιτυχία μιας εταιρείας εξαρτάται από το μέγεθος και την δυναμική της αγοράς στην οποία αυτή δραστηριοποιείται. Γι’ αυτόν τον λόγο ομάδες σαν την Μαγιόρκα και την Γκραν Κανάρια ακόμα και αν έχουν σαν έδρες γήπεδα που θα τα ζήλευαν αρκετές Ελληνικές ομάδες ποτέ δεν θα γίνουν «μεγάλες».
14 Απρίλη 2015
παρατηρητήριο.