Font Size

SCREEN

Cpanel

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ – ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. ΠΩΣ Ο ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ ΚΑΤΗΡΓΗΣΕ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΟΜΗΡΟ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ.

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ – ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. ΠΩΣ Ο ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ ΚΑΤΗΡΓΗΣΕ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΟΜΗΡΟ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ.

Το θέμα που διαπραγματεύομαι σήμερα δεν είναι μόνο οικονομικό, είναι κυρίως πολιτικό καθώς επηρεάζει την Δημοκρατία (όποιο περιεχόμενο και αν της δίνει κανείς) σ’ όλες της τις μορφές (οικονομική, πολιτική κ.λ.π). Το σημερινό θέμα είναι από αυτά που αν τα εξετάσεις ξεκομμένα από τις συνολικές τους επιδράσεις βγάζεις τελείως διαφορετικά (αντίθετα) συμπεράσματα. Είναι από τα θέματα που μόνο όταν τα εξετάσεις απ’ όλες τους τις πλευρές μπορείς να βγάλεις το σωστό συμπέρασμα.

Η Κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. αναλαμβάνοντας σε μια τελείως ρευστή περίοδο αγωνίστηκε από την πρώτη στιγμή ν’ αποκτήσει τις δικές της προσβάσεις σε τομείς στρατηγικής σημασίας. Ένας από αυτούς ήταν και ο τομέας των Μ.Μ.Ε. του οποίου το «Ε» κινείται από την «Ενημέρωση» και την «Εξημέρωση» ως την «Εξαπάτηση». Με πρόσχημα την τακτοποίηση της χρόνιας εκκρεμότητας που αφορούσε την έκδοση οριστικών αδειών λειτουργίας για τα τηλεοπτικά μέσα Εθνικής εμβέλειας, η Κυβέρνηση προχώρησε σε πλειστηριασμό τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών.

Για τους σκοπούς του παρόντος κειμένου θ’ αντιπαρέλθω όλα τα σχετικά με το ζήτημα της μέχρι τώρα λειτουργίας των τηλεοπτικών Μ.Μ.Ε. και θα σχολιάσω μόνο την σημασία της διενέργειας του συγκεκριμένου πλειστηριασμού, ειδικά με τον τρόπο που αυτός έγινε.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 το πολιτικό μας σύστημα έχει γίνει πολύ σοφότερο. Τότε σε μια κρίση λαϊκισμού ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Ν.Δ. είχαν ψηφίσει την συνταγματική διάταξη περί «βασικού μετόχου». Οι προϋποθέσεις που έθετε ο εφαρμοστικός του Συντάγματος του 2001 νόμος (αλλά και ο δεύτερος επί Ν.Δ.) ήταν εξόφθαλμα παράλογες, αφού έθεταν (υποτίθεται για την προάσπιση της Δημοκρατίας) περιορισμούς στην οικονομική δραστηριότητα. Όλοι μας θυμόμαστε πόσο γρήγορα με παρέμβαση της Ε.Ε. ξηλώθηκε το συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο.

Είναι οξύμωρο ότι αυτό που προσπάθησε τότε ο συνταγματικός νομοθέτης ν’ αποφύγει (δηλαδή την «διαπλοκή») με την διάταξη περί «βασικού μετόχου» είναι αυτό που κατάφερε η σημερινή Κυβέρνηση με τον πλειστηριασμό των τηλεοπτικών αδειών. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι ο πλειστηριασμός για τις άδειες οδήγησε τελικά στο ακριβώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Προκειμένου να γίνει αυτό κατανοητό θα χρησιμοποιήσω την παρακάτω αναλογία:

Ο πλειστηριασμός για τις τηλεοπτικές άδειες είναι σαν η Κυβέρνηση να πλειστηριάζει τα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων ορίζοντας προκαταβολικά ότι στην αριστερή λωρίδα των Εθνικών Οδών θα επιτρέπεται να κινούνται μόνον τα άνω 1.800 κ.εκ. Ι.Χ.Ε. των οποίων η εργοστασιακή αξία είναι πάνω από 30.000 Ευρώ. Όλοι οι υπόλοιποι θα έχουμε δικαίωμα να κινούμαστε στις υπόλοιπες λωρίδες (όπου οι υπόλοιπες λωρίδες αντιστοιχούν στις θεματικές και τοπικές τηλεοπτικές άδειες), αφήνοντας τους «μεγάλους» ήσυχους να κοντράρονται μεταξύ τους.

Και που είναι το κακό; θα ρωτήσει κάποιος. Ίσα-ίσα που με τον τρόπο αυτό γέμισε το Κρατικό ταμείο σε πολύ δύσκολους καιρούς. Πράγματι το γεγονός ότι το Δημόσιο θα εισπράξει σε 3 ετήσιες δόσεις δεκάδες εκατομμύρια αν και δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα, αποτελεί στην ουσία (όπως θα δούμε παρακάτω) ένα από τα προβλήματα και όχι κάτι απόλυτα θετικό όπως το παρουσιάζουν κάποιοι.

Το τίμημα για κάθε τηλεοπτική άδεια που προέκυψε από τον πλειστηριασμό είναι προφανώς διαφορετικό και διαμορφώθηκε από την οικονομική επιφάνεια των κάθε φορά συμμετεχόντων. Όσο μειώνονταν οι διαθέσιμες άδειες τόσο περισσότερο επικρατούσε η λογική «να δώσω κάτι παραπάνω γιατί τα περιθώρια στενεύουν». Επιπλέον οι άδειες δόθηκαν για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (δεκαετία). Έτσι τελικά έχουμε τέσσερις ιδιοκτήτες τηλεοπτικών αδειών Εθνικής εμβέλειας που κανείς τους δεν έχει πληρώσει το ίδιο ποσό με τους υπόλοιπους αν και όλοι υπόκεινται στις ίδιες ελάχιστες προϋποθέσεις λειτουργίας.

Το τίμημα για την απόκτηση της τηλεοπτικής άδειας αποτελεί άυλο πάγιο (όπως τα δικαιώματα χρήσης) η συνολική αξία του οποίου καταχωρείται μονομιάς και κάθε χρόνο αποσβένεται (μεταφέρεται στα έξοδα) το 1/10 της. Ο ιδιοκτήτης μιας άδειας η οποία πριν τον πλειστηριασμό κοστολογούνταν το πολύ σε 20 εκ. Ευρώ κάθε χρόνο και μέχρι την λήξη της θα υπολογίζει ως έξοδο 2 εκ. Αυτό σημαίνει ότι το κανάλι θα πρέπει να έχει κέρδος πριν τους φόρους πάνω από το 2,5 φορές το ποσό αυτό έτσι ώστε μετά την αφαίρεση του συνόλου της μισθοδοσίας (μαζί με Ι.Κ.Α. και Εφορία) των 400 εργαζομένων -που με βάση τη προκήρυξη πρέπει να έχει- ν’ απομένουν αρκετά για να πάρει πίσω το 1/10 των χρημάτων που έχει δώσει. Φυσικά αυτό ισχύει μόνο στην περίπτωση που το σύνολο των τηλεοπτικών παραγωγών του καναλιού «βγάζουν τα λεφτά τους» γιατί αλλιώς το πράγμα αγριεύει.

Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι οι τέσσερις καναλάρχες Εθνικής εμβέλειας θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους από την διαφημιστική πίτα. Δυστυχώς γι’ αυτούς δεν υπάρχει κάτι πιο ψευδές απ’ αυτό. Η διαφημιστική πίτα ποτέ δεν ήταν τόσο μεγάλη ώστε να βγάζουν απ’ αυτή το κόστος τους οι δαπανηρές παραγωγές. Αν ήταν το MEGAμε σειρές όπως «ΤΟ ΝΗΣΙ» δεν θα ήταν τόσο ζημιογόνο που οι μέτοχοι του προτιμούν να το αφήνουν να χαροπαλεύει παρά να το χρηματοδοτήσουν. Κάποτε η Ε.Ρ.Τ. προσέφερε 7-8 εκ. τον χρόνο στον Ολυμπιακό για να μεταδίδει τους αγώνες του στο Πρωτάθλημα. Το ποσό αυτό η Ε.Ρ.Τ. ήταν αδύνατο να το βρει από την διαφημιστική πίτα όσο και αν χρέωνε το δευτερόλεπτο τις διαφημίσεις τις ώρες των μεταδόσεων. Αν δεν λάμβανε ισόποση χορηγία από τον Ο.Π.Α.Π. δεν θα μπορούσε να προσφέρει αυτό το αυτοκρατορικό συμβόλαιο στην ομάδα του Λιμανιού.

Άρα γιατί κάποιος να πληρώνει για κάτι λεφτά που δεν πρόκειται ποτέ να πάρει πίσω; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι κρίσιμη καθώς έχει εκτός από πολιτική και οικονομική σημασία.

Το ερώτημα αυτό απαντιέται ευκολότερα αν δούμε ποιοι και με πόσα λεφτά πήραν τελικά τις άδειες:

  • Ο Αλαφούζος του ΣΚΑΪ την πρώτη (και φθηνότερη) με 42,6 εκ.
  • Ο Καλογρίτσας την δεύτερη πληρώνοντας 9 εκ. παραπάνω (52,6 εκ.)
  • Ο Κυριακού του ΑΝΤ1 την Τρίτη με 75,9 εκ. (23,3 εκ. παραπάνω από την δεύτερη).
  • Ο Μαρινάκης την τέταρτη και τελευταία με 73,9 εκ.

Κάνοντας την αναγωγή σε ετήσια βάση του εξόδου της τηλεοπτικής άδειας έχουμε:

  • Για τον Αλαφούζο 4,26 εκ.
  • Για τον Καλογρίτσα 5,26 εκ.
  • Για τον Κυριακού 7,59 εκ.
  • Για τον Μαρινάκη 7.39 εκ.

Με βάση την παραδοχή που έκανα παραπάνω θα πρέπει κάθε χρόνο της 10ετούς λειτουργίας τους τα κανάλια αυτά να έχουν πρό φόρων τουλάχιστον κέρδη 2,5 φορές μεγαλύτερα του ποσού της ετήσιας άδειας (από τα οποία θ’ αφαιρεθούν και τα έξοδα μισθοδοσίας καθώς και άλλα λειτουργικά έξοδα) προκειμένου οι ιδιοκτήτες τους να πάρουν πίσω τα λεφτά της άδειας.

Τότε η κατάσταση διαμορφώνεται ως εξής:

  • Για τον Αλαφούζο 10,65 εκ.
  • Για τον Καλογρίτσα 13,15 εκ.
  • Για τον Κυριακού 18,975 εκ.
  • Για τον Μαρινάκη 18,475 εκ.

Συνολικά μιλάμε για συνολικά τουλάχιστον 61,25 εκ. κέρδη στον κλάδο χωρίς να υπολογίζουμε τον ανταγωνισμό τους ειδικά σε διαφημιστική δαπάνη από τα τοπικά, ή/και τα θεματικά. Προφανώς αυτό το νούμερο είναι εξωπραγματικό τόσο στην παρούσα οικονομική συγκυρία όσο και πρίν την Κρίση (που εξελίχθηκε σε Ύφεση). Απλά τα κέρδη αυτά δεν προκύπτουν από την διαφημιστική αγορά, όχι τουλάχιστον χωρίς ένας πακτωλός χορηγιών να κατευθύνεται στα κανάλια αυτά.

Ωστόσο αν τα παραπάνω νούμερα είναι σχετικά ακριβή για τους Αλαφούζο και Κυριακού που ήδη έχουν κανάλια (δηλαδή εγκαταστάσεις) δεν είναι για τους Καλογρίτσα και Μαρινάκη οι οποίοι δεν διαθέτουν τίποτα απ’ όλα αυτά. Γι’ αυτούς η κατάσταση από λογιστικής και οικονομικής άποψης είναι ακόμη χειρότερη. Αυτοί οι δύο είτε αγοράσουν είτε νοικιάσουν εγκαταστάσεις (από λογιστικής άποψης είναι το ίδιο) θα πρέπει να υπολογίζουν κάποια εκατομμύρια επιπλέον για τις αποσβέσεις των εγκαταστάσεων αυτών. Αν τα 30 εκ. είναι το ελάχιστο κόστος για να «στηθεί» το κανάλι, τότε προστίθενται άλλα 3 εκ. ανά έτος οπότε τα παραπάνω ποσά γίνονται τελικά:

  • Για τον Αλαφούζο 10,65 εκ.
  • Για τον Καλογρίτσα 16,15 εκ.
  • Για τον Κυριακού 18,975 εκ.
  • Για τον Μαρινάκη 21,475 εκ.

Βέβαια καθαρά και μόνο από λογιστικής άποψης ο χρόνος απόσβεσης κάθε κατηγορίας παγίου ποικίλλει. Αυτό όμως δεν μας ενδιαφέρει εδώ μιάς και αντιμετωπίζουμε το θέμα «μπακαλίστικα», δηλαδή από την άποψη του καναλάρχη που γνωρίζει ότι κατέχει μια δεκαετή άδεια λειτουργίας και μ’ αυτόν τον χρονικό ορίζοντα κάνει τα κουμάντα του.

Από τα παραπάνω είναι προφανές πως όσο ο καναλάρχης-επενδυτής μας δεν παίρνει τα λεφτά του πίσω, τόσο περισσότερο νοιώθει την «ανάγκη» ν’ ανανεώσει την άδεια του αντί παραδεχόμενος την πραγματικότητα ν’ αποχωρήσει γλυτώνοντας έτσι κάποια εκατομμύρια που με κόπο έχει «καβατζώσει» από άλλους. Όπως ο εθισμένος στον τζόγο (ο οποίος ήδη χάνει και θέλει να «ρεφάρει») έτσι και ο καναλάρχης μας «πρέπει» να πάρει και την επόμενη δεκαετή άδεια μπας και έτσι καταφέρει τελικά να «ρεφάρει» (να πάρει τα λεφτά του πίσω).

Από πολλές απόψεις θα ήταν καλό να ήταν έτσι τα πράγματα. Γιατί τότε θα είχαμε να κάνουμε μόνο με τον εθισμό ενός λεφτά για τον οποίο δεν μπορούμε έτσι κι αλλιώς να κάνουμε και πολλά πράγματα (σ’ αντίθεση με τους οικείους του), όχι χωρίς την θέληση του τουλάχιστον. Είναι όμως έτσι; Περιμένει δηλαδή ο καναλάρχης μας να πάρει τα λεφτά του πίσω ΜΟΝΟ από την λειτουργία του καναλιού; Ή επειδή έχει και άλλες επιχειρήσεις (από τις οποίες άντλησε αρχικά τα λεφτά που έδωσε για την άδεια) αναμένει να τα πάρει έτσι κι αλλιώς πίσω ανεξαρτήτως του πώς και από πού;

Τα παραπάνω ερωτήματα είναι ιδιαιτέρως σημαντικά και γι’ αυτό η απάντηση τους είναι κρίσιμη. Τόσο με την διατύπωση τους όσο και με την απάντηση τους μπαίνουμε σε ζητήματα που άπτονται της Δημοκρατίας τόσο της οικονομικής όσο και της πολιτικής. Επειδή διερευνούμε το ζήτημα την ίδια στιγμή που αυτό εξελίσσεται η οριστική απάντηση στα ερωτήματα δεν είναι ουσιαστική. Μας αρκεί το γεγονός ότι δεν μπορεί ν’ αποκλειστεί η πιθανότητα της διαπλοκής των καναλαρχών μας (ειδικά όσων δεν έχουν δικές τους εγκαταστάσεις) με την Κυβέρνηση και ειδικά μ’ αυτή που τους έδωσε τις άδειες.

Ίσα-ίσα που κοιτάζοντας τα ποσά που κόστισαν οι τηλεοπτικές άδειες (και στα οποία θα πρέπει να προστεθούν και αυτά για να «στηθούν» τα κανάλια) η πιθανότητα της διαπλοκής μετατρέπεται σε σιγουριά. Είναι προφανές ότι μέσα στο κλίμα που ήδη δημιουργείται κάθε εξέλιξη που αφορά τους τέσσερις αδειούχους, αλλά ειδικότερα τους Καλογρίτσα και Μαρινάκη θ’ αντιμετωπίζεται με μεγάλο σκεπτικισμό (ειδικά όταν αυτή θα είναι θετική). Μια περαιτέρω παράταση (έστω και μικρή) των νομικών διαδικασιών υποθέσεων που αφορούν είτε τον Μαρινάκη, είτε τον Καλογρίτσα ή η διενέργεια ενός ελέγχου που αργεί να ξεκινήσει ή να ολοκληρωθεί θα ξεσηκώνει τους μεν εναντίον των δε. Όπου στους «δε» θα βρίσκονται μονίμως η σημερινή Κυβέρνηση (μέχρι ν’ αντικατασταθεί από την επόμενη) και ο εκάστοτε καναλάρχης.  

Παρά το γεγονός ότι «όλα είναι οικονομία» (με την έννοια ότι όλα την διαμορφώνουν) πρέπει ν’ αναφερθώ στις οικονομικές επιπτώσεις αυτού του πλειστηριασμού για τις τηλεοπτικές άδειες. Η πρώτη, άμεση και σοβαρότερη επίπτωση είναι η δημιουργία ενός ολιγοπωλίου και μάλιστα με κρατική ευθύνη και απόφαση. Τα ολιγοπώλια και τα μονοπώλια (εκτός από συγκεκριμένους τομείς) είναι ανεπιθύμητες καταστάσεις για οποιαδήποτε κυβέρνηση δεν υποστηρίζει την «σοσιαλιστικά κρατική διευθυνόμενη οικονομία».

Το ολιγοπώλιο είναι μια «φυσική» κατάσταση του οικονομικού κύκλου, η οποία μαρτυρά μια οικονομική δραστηριότητα που δεν είναι πλέον ικανή να συντηρήσει πολλές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Η μεταβολή αυτή μπορεί να θεωρείται από κάποιους σαν κάτι «καλό» (με την έννοια ότι μένουν μόνον οι «μεγάλοι και δυνατοί» παίκτες), αλλά είναι περισσότερο σημάδι Κρίσης της οικονομίας. Όταν απομένουν μόνον οι μεγάλες και ισχυρές εταιρείες εμφανίζεται το φαινόμενο αυτές να συντονίζουν την δραστηριότητα τους. Αυτό μπορεί να γίνεται είτε απευθείας (μέσω συνεννοήσεων) είτε έμμεσα (μέσω της αντιγραφής των πρακτικών της μιας από την άλλη). Έτσι στην πράξη καταργείται ο ανταγωνισμός και αναδύονται οι «συντονισμένες πρακτικές».

Στην Ελλάδα υπάρχει το αντίστοιχο παράδειγμα με το «καρτέλ του γάλακτος» όπου οι εταιρείες εμπορίας γαλακτοκομικών αγόραζαν από τους παραγωγούς και πουλούσαν στους καταναλωτές το γάλα στις ίδιες τιμές. Όταν φτάσουμε στο σημείο αυτό το επόμενο στάδιο είναι οι εταιρείες να χωρίσουν την «αγορά» σε «σφαίρες επιρροής» στις οποίες η μια δεν ανταγωνίζεται την άλλη. Το χειρότερο όμως είναι ότι οι εταιρείες που μετέχουν στο «καρτέλ» τείνουν να συνεργάζονται μεταξύ τους προκειμένου να μην αφήσουν νέες εταιρείες να μπουν στον χώρο ή αν μπουν να παραμείνουν πολύ μικρές μέχρι οι μεγάλες να τις εξαγοράσουν.

Για τα ίδια τα κανάλια η κατάσταση θα είναι χειρότερη. Για να την «βγάλουν καθαρή» θα πρέπει να είναι σε θέση να καλύψουν από την λειτουργία τους (χωρίς χρηματοδότηση του ιδιοκτήτη) όλα τα λειτουργικά έξοδα τους (παραγωγές, ενοίκια, μισθοδοσία). Στην περίπτωση αυτή ο καναλάρχης θα έχει χάσει μόνο τα λεφτά που έδωσε για την άδεια. Σε κάθε άλλη περίπτωση τα κανάλια θα έχουν ανάγκη τη συνεχή χρηματοδότηση των ιδιοκτητών τους. Μια χρηματοδότηση την οποία οι τελευταίοι ως μέτοχοι δεν είναι νομικώς υποχρεωμένοι να παρέχουν. Η υποχρέωση να καλύψουν (πληρώσουν) τα χρέη των εταιρειών τους εδράζεται μόνο στην Ηθική και όχι στον Νόμο.

Τέλος από οικονομικής (εισπρακτικής) άποψης η όλη διαδικασία ήταν παρωδία. Όπως καταγγέλλεται (από κανάλι που δεν πήρε άδεια) το ποσό που εισπράχθηκε σε χρονικό ορίζοντα δεκαετίας είναι μικρότερο απ’ ότι θα πλήρωναν όλα τα υπάρχοντα κανάλια για «άδεια χρήσης συχνοτήτων». Η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί στην πολιτική διάσταση του θέματος.

Αν θα έπρεπε να πούμε κάτι για την πολιτική διάσταση αυτό θα ήταν ότι μέσω του πλειστηριασμού για τις τηλεοπτικές άδειες ο Τσίπρας έκανε ότι και ο Σαμαράς (για τον οποίο και ανέβηκε στα κάγκελα της Ε.Ρ.Τ.). Επέδειξε την ισχύ του κλείνοντας τούτη τη φορά όχι τα κρατικά Μ.Μ.Ε. αλλά ιδιωτικά (άλλωστε υποτίθεται ότι η πολιτική της έχει «ταξικό πρόσημο»). Με τον τρόπο αυτό «εκδικήθηκε» (ή έτσι νομίζει) τα Μ.Μ.Ε. που είτε δεν τον στήριξαν είτε του επιτίθεντο στερώντας του ψήφους στις εκλογές. Σε κάθε περίπτωση έδειξε σ’ όλους ποιος κάνει κουμάντο (έστω και αν αυτό θα είναι για λίγο ακόμα) αφού «εκδικήθηκε» όσους δεν πήραν άδεια και ταυτόχρονα εισέπραξε «λύτρα» απ’ όσους πλειοδότησαν.

Δεν έχει νόημα να σχολιάσουμε τις ηλιθιότητες που εκστόμισαν είτε η Κυβερνητική Εκπρόσωπος, είτε ο αρμόδιος υπουργός γιατί ακόμη και η απλή αναπαραγωγή τους προσβάλλει την νοημοσύνη μας. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να «καταπίνουμε αμάσητα» όσα κυκλοφορεί η Κυβέρνηση προκειμένου έτσι να υπερασπιστεί την επιλογή της, αλλά και να υποβαθμίσουμε την σημασία των όσων μεθοδεύει.

Δεδομένου ότι ο Τσίπρας θέλει στο αμέσως προσεχές διάστημα να επιδείξει ένα «φιλολαϊκό» πρόσωπο προσπαθεί να πουλήσει στους ψηφοφόρους του ότι τα λεφτά που πήρε από τους καναλάρχες θα τα διαθέσει για να βοηθήσει τους φτωχούς (κάποιοι από τους οποίους είναι «νεόφτωχοι»). Προσπαθεί έτσι να εκθέσει πολιτικά την Ν.Δ. (η οποία διακηρύσσει ότι θ’ ακυρώσει τον διαγωνισμό επιστρέφοντας τα λεφτά) μήπως και έτσι μειώσει κάπως την διαφορά στις δημοσκοπήσεις. Μια διαφορά η οποία όσο ανοίγει (και ειδικά αν κινηθεί στα επίπεδα των εκλογών του 2009) βγάζει τον Μητσοτάκη αυτοδύναμο.

Το κακό τόσο για την Κυβέρνηση όσο και για την Χώρα είναι πως ο Τσίπρας είναι εγκλωβισμένος μεταξύ του να κάνει εκλογές το συντομότερο και του να παραμείνει όσο γίνεται περισσότερο στην εξουσία. Αν κάνει εκλογές ρισκάρει να τις χάσει χάνοντας ταυτόχρονα τα «τυχερά της εξουσίας». Από την άλλη όσο αργεί να τις κάνει υποχρεώνεται να είναι αυτός που θα υποταχτεί εκ νέου στους δανειστές για να πάρει ως άλλος ναρκομανής την επόμενη δόση του. Έτσι κι αλλιώς μετά τον Ιούλη του 2015 δεν έχει άλλη επιλογή από το να κάνει ότι θέλουν οι δανειστές, την ίδια στιγμή που δεν έχει κανένα νόημα «να τα τινάξει όλα στον αέρα» αυτή την στιγμή. Όπως πάνε τα πράγματα θα έχει την (πολιτική) τύχη κυρίως του Σημίτη και λιγότερο του Καραμανλή. Ο μεν Σημίτης έχασε με μεγάλη διαφορά μετά από 8 χρόνια, αφού το εκλογικό σώμα λίγο εκτίμησε τον «εκσυγχρονισμό» του και τα «μεγάλα έργα» που ξεκίνησε ή εγκαινίασε. Ο δε Καραμανλής υποτίθεται ότι συμμάζεψε το χάος που άφησε πίσω του το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ενώ ήταν έτοιμος ν’ αναμορφώσει το Δημόσιο (αλλά δεν πρόφτασε).

Έτσι ο Τσίπρας δεν μπορεί παρά να συνεχίζει να λαϊκίζει ασύστολα προσπαθώντας να βάλει τον έναν απέναντι στον άλλο. Το κακό γι’ αυτόν από οικονομικής τουλάχιστον άποψης είναι ότι του χρόνου θα πρέπει να βρεί κάτι άλλο να πλειστηριάσει για να βρεί τα νέα «246 εκ.» που θα διαθέσει εκ νέου για την αντιμετώπιση της φτώχειας. Ακόμη όμως και ο άκρατος (αλλά με ταξικό πρόσημο) λαϊκισμός του ωχριά μπροστά στην ξεδιαντροπιά με την οποία αντιμετώπισε τους τέσσερις πλειοδότες, αποδεικνύοντας πόσο λάθος επιλογή έκαναν να συμμετέχουν σ’ αυτό το ιδιότυπο bigbrother.

Χωρίς αισχύνη (ντροπή) διαμήνυσαν στους πλειοδότες ότι θα πρέπει να πληρώσουν την α’ δόση (το 1/3) πριν βγεί η απόφαση του ΣτΕ σχετικά με την συνταγματικότητα του νόμου. Επίσης απέρριψε το λογικότατο αίτημα του Μαρινάκη με το οποίο ζητούσε ο έλεγχος του «πόθεν έσχες» να γίνει για το σύνολο όσων πρόσφερε καθένας τους και όχι μόνο για την α’ δόση. Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι στον νόμο δεν προβλέπεται έλεγχος του «πόθεν έσχες» για τις υπόλοιπες δύο δόσεις. Το ακόμη καλύτερο ήταν η απάντηση της Κυβέρνησης στους καναλάρχες ότι σε περίπτωση που το ΣτΕ ακυρώσει τον διαγωνισμό τα λεφτά δεν θα τους επιστραφούν αλλά θα συμψηφίζονται με τις οφειλές τους στο Δημόσιο.

Μετά τα παραπάνω (αλλά και εξαιτίας τους) πιστεύω ότι δεν υπάρχει κανείς που να μην κατανοεί την οικονομική αλλά και πολιτική χαζομάρα (για να το πω ευγενικά) της Κυβέρνησης στο ζήτημα αυτό. Το μόνο που μένει ν’ απαντηθεί είναι αν όλο αυτό το πανηγύρι θα σταθεί ικανό να δώσει πνοή σ’ ένα διαλυμένο και χωρίς ηθικό κομματικό μηχανισμό, ο οποίος σύντομα θα κληθεί να δώσει την πιο σημαντική εκλογική του μάχη˙ μια μάχη πολιτικής επιβίωσης τόσο ως μηχανισμού όσο και ως στελεχών.

 

10 Σεπτέμβρη 2016
παρατηρητής 1.

Διαβάστηκε 4849 φορές
 
 
   
Βρίσκεστε εδώ: Αρχική Χρονολόγιο ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ – ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. ΠΩΣ Ο ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ ΚΑΤΗΡΓΗΣΕ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΟΜΗΡΟ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ.